Το αρχαίο Ιερό (το λεγόμενο: « Ιερό των Διοσκούρων»)
Dublin Core
Title
Language
Identifier
Is Part Of
POI Item Type Metadata
Latitude
Longitude
WebContent
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία οι Διόσκουροι, ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης, ήταν δίδυμα αδέλφια, γιοι του Δία και της Λήδας και αδέλφια της ωραίας Ελένης. Θεωρούνται προστάτες των ναυτικών καθώς εμφανίζονται ως αστερισμοί και διευκόλυναν τις πλεύσεις. Συνδέονται άμεσα με το ιερό των Μεγάλων Θεών της Σαμοθράκης και τα περίφημα Καβείρια Μυστήρια.
Η εύρεση της επιγραφής και η ύπαρξη δύο κτιρίων με πανομοιότυπη κάτοψη οδήγησαν στη λανθασμένη υπόθεση ότι ο χώρος ήταν ιερό αφιερωμένο στους δίδυμους γιους του Διός, τους Διόσκουρους.
Η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως μια επιφάνεια, συνολικών διαστάσεων περίπου 30x17 μέτρων, την οποία καταλαμβάνουν δύο κτίσματα, πανομοιότυπης κάτοψης, με το ένα κτίσμα, λίγο μεγαλύτερων διαστάσεων.
Για την οικοδόμηση των κτιρίων, ο χώρος ισοπεδώθηκε και εξομαλύνθηκε, ενώ χρησιμοποιήθηκαν και όγκοι μαρμάρων, για να δημιουργηθεί ένα άνδηρο.
Τα κτίρια τα οποία κατασκευάσθηκαν για τις ανάγκες λειτουργίας του Ιερού, διαθέτουν ένα προστώο με πέντε κίονες πίσω από το οποίο υπάρχουν δύο διαμερίσματα.
Το βόρειο διαμέρισμα του κάθε κτίσματος είναι ελαφρώς μεγαλύτερο από το αντίστοιχο νότιο διαμέρισμα, στο κάθε κτίσμα.
Το βόρειο διαμέρισμα κάθε κτιρίου διαθέτει εστία από μαρμάρινες πλίνθους.
Το παλαιότερο αρχαιολογικό στρώμα, στο βόρειο οικοδόμημα, χρονολογείται στα μέσα του 7ου π.Χ. αιώνα. Το κτίριο όμως απέκτησε τη μορφή που έχει σήμερα στην περίοδο μεταξύ του 530 π.Χ. και του 3ου μ.Χ. αιώνα.
Από το 470 - 465 π.Χ. περίπου, οι ιωνικοί κίονες του προστώου του βορείου οικοδομήματος
άρχισαν να αντικαθίστανται με δωρικούς κίονες. Η αντικατάσταση αυτή δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Το μικρότερο, νότιο οικοδόμημα οικοδομήθηκε μεταξύ 500 και 470 - 465 π.Χ.
Και τα δύο κτίρια εγκαταλείφθηκαν τον 3ο αι. μ.Χ. Τα κτίσματα αυτά ήταν οι βοηθητικοί χώροι όπου συγκεντρώνονταν οι πιστοί και στεγάζονταν τα συμπόσια που ακολουθούσαν τις θυσίες και τις δεήσεις, για καλή ναυσιπλοΐα των ναυτικών, οι οποίοι μετέφεραν τα μάρμαρα του λατομείου.
Οι ανασκαφές που διεξήχθησαν, στα 1887, από τον Theodore Bent στο βόρειο οικοδόμημα έφεραν στο φως τον αρχαϊκό κούρο, ο οποίος βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης. Πρόκειται, για ένα χαρακτηριστικό δείγμα θασιακής αρχαϊκής γλυπτικής που καταδεικνύει την κυριαρχία των καλλιτεχνικών προτύπων της Πάρου, μητρόπολης της αποικίας της στη Θάσο.
Ενεπίγραφη βάση, σε σχήμα βωμού, της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου (2ος - 3ος μ.Χ. αιώνας)
A.1
ῃ
εὔπλε ῷ Ἡρ -
κλ ῷ εὐ υ
ῷ Θεσσ λονει-
5
κεῖ ῷ Ἐπικ ή-
ου κ ὶ Ζωΐλου.
Ζωΐλῳ ρ ικερ-
δενπόρῳ εὐ-
υ ῶς.
Η μετάφραση της επιγραφής είναι περίπου η ακόλουθη:
Καλή Τύχη!
Καλό ταξίδι στον καλότυχο Ηρακλή από τη Θεσσαλονίκη, πλοίο του Επικτήτου και Ζωίλου, και στον Ζώιλο τον αρχικερδέμπορο με καλή τύχη.
Αρχικερδέμπορος ήταν πιθανότατα η ονομασίας του αξιώματος του επικεφαλής μιας ομάδας ή συντεχνίας εμπόρων. Σε άλλες επιγραφές εμφανίζεται με τον όρο: «ναύκληρος».
Στο βόρειο κτίριο, στο Ιερό το λεγόμενο των Διοσκούρων, και στον στυλοβάτη του προστώου με τους δωρικούς κίονες σώζονται χαράγματα που χρονολογούνται από την αρχαιότητα. Στις επιγραφές αυτές που χάραξαν, πιθανότατα, κάποιοι επισκέπτες του ιερού, διαβάζουμε τα ονόματά τους και ίσως και τα ονόματα των ερωτικών τους συντρόφων. Στην εικόνα που παρατίθεται διαβάζουμε:
ΝΙΚΟΒΟΥΛΗ
ΕΝ ΕΦΕΣΩ
ΚΑΛΗ ΑΛΗΘΙΑ
ΒΙΘΥΣ ΚΑΛΟΣ
Σε άλλο σημείο του στυλοβάτη βρίσκονται χαραγμένα στο μάρμαρο σύμβολα που φανερώνουν πιθανότατα και τις σεξουαλικές προτιμήσεις των επισκεπτών του χώρου!
Οι πρώτοι Έλληνες άποικοι, που έφτασαν στο νησί στις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα, είναι Πάριοι και εγκαταστάθηκαν, μετά από σκληρές συγκρούσεις με τα ντόπια θρακικά φύλα, στη βόρεια πλευρά του νησιού, στον σύγχρονο Λιμένα, όπου έχουν αποκαλυφθεί τα ερείπια της αρχαίας πόλης της Θάσου. Είναι πιθανόν, ότι οι Πάριοι επέλεξαν τη Θάσο λόγω της δυνατότητας εξόρυξης χρυσού, αργύρου, μολύβδου, χαλκού και σιδήρου, καθώς και της λατόμησης μαρμάρου, αλλά και της πολύτιμης και άφθονης ξυλείας, με την οποία τροφοδοτήθηκαν τα τοπικά ναυπηγεία, για να δημιουργήσουν τον στόλο που προωθούσε τα προϊόντα του νησιού σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, όπως το περίφημο, θασίτικο κρασί.
Η εκμετάλλευση των λατομείων μαρμάρου, αλλά και των μεταλλείων χρυσού και αργύρου της ενδοχώρας της Θράκης, έφερε, κατά την αρχαιότητα, μεγάλη οικονομική άνοδο και ευημερία σε όλο το νησί.
Η Θάσος ανέπτυξε τη δική της νομισματοκοπία και τα νομίσματά της κυκλοφορούσαν ευρέως στον αρχαίο κόσμο. Στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων της απεικονίζονται θέματα που σχετίζονται με τη λατρεία του Διονύσου: είτε ο ίδιος ο θεός του κρασιού, είτε οι ακόλουθοί του, οι Σάτυροι και οι Μαινάδες. Στην πίσω όψη και ανάλογα με την ιστορική περίοδο απεικονίζονται δελφίνια, κρατήρες, έγκοιλο τετράγωνο, ή ο Ηρακλής.
Αργυρός Στατήρας Θάσου, Κλασικής Εποχής: Απεικονίζεται τυπική διονυσιακή σκηνή Σιληνού που αρπάζει Mαινάδα που αντιστέκεται, όπως υποδηλώνει το δεξί της χέρι που υψώνεται με ανοιχτή την παλάμη. Χρονολογείται στον 5ο π.Χ. αιώνα (περί το 463 - 411 π.Χ.), έχει διάμετρο 21 χιλιοστά και βάρος 8,66 γραμμάρια. Στην πίσω όψη εμφανίζεται έγκοιλο τετράγωνο.
Ασημένιο Τετράδραχμο Θάσου, Ρωμαϊκής Εποχής: Απεικονίζεται κεφάλι νεαρού Διονύσου στεφανωμένο με κισσό. Χρονολογείται στον 2ο π.Χ. αιώνα, (μετά το 148 π.Χ.) και έχει διάμετρο 30 χιλιοστά και βάρος 16.92 γραμμάρια. Στην πίσω όψη απεικονίζoνται: ο Ηρακλής με λεοντή και ρόπαλο και μία επιγραφή «ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΘΑΣΙΩΝ». Το συγκεκριμένο νόμισμα, μαζί με νόμισμα της Μαρώνειας της ίδιας εποχής, ήταν το πιο σημαντικό της ευρύτερης περιοχής.
Entrance
Characterization
ThesaurusLink
ThesaurusContent
Στο μυχό του ανατολικού όρμου στην Αλυκή βρίσκεται το αρχαίο ιερό των μέσων του 7ου αι.π.Χ.. Πρόκειται για κτίσμα διαστάσεων 30 και 15 μέτρων, το οποίο ουσιαστικά αποτελείται από δύο οικοδομήματα.
Το νότιο κτίσμα, το οποίο σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση, είναι τετράγωνο και φέρει πρόσοψη με πέντε δωρικούς κίονες. Αποτελείται από δύο άνισες αίθουσες, εκ των οποίων στο κέντρο της βόρειας, βρίσκεται μία χαμηλή εστία για θυσίες («εσχάρα») περιτριγυρισμένη με μαρμάρινους λίθους. Το οικοδόμημα, έργο του 6ου αι.π.Χ., είναι η αρχαιότερη δωρική κατασκευή του νησιού.
Το βόρειο κτίσμα, στο οποίο διατηρούνται ίχνη δωρικής και ιωνικής κατασκευής, έχει διάταξη παρόμοια με αυτή του νότιου οικοδομήματος. Έχει και αυτό σχεδόν τετράγωνη κάτοψη και στη δυτική του πλευρά διακρίνεται προστώο με κιονοστοιχία. Αποτελείται από δύο αίθουσες άνισου μεγέθους, εκ των οποίων η βόρεια διαθέτει «εσχάρα».
Οι ανασκαφές που διενεργήθηκαν στο χώρο από τον αρχαιολόγο Th. Bent έχουν φέρει στο φως έναν κούρο που βρίσκεται στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης, καθώς και πλήθος επιγραφών που μαρτυρούν τη συνέχιση της λατρείας στο ιερό μέχρι και τα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια. Πάνω σε βάσεις κιόνων έχουν βρεθεί χαραγμένα τα ονόματα πλοίων που αναχωρούσαν από την Αλυκή (Σάραπις, Ηρακλής, Ποσειδών, Άρτεμις, Ασκληπιός) ενώ θεωρείται ότι το ιερό ήταν αφιερωμένο στους Διόσκουρους, προστάτες των ναυτικών.
Βιβλιογραφία
1.Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, «Οδηγός της Θάσου», Αθήνα: Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, 1974, σελ.98-102
2.Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, Μακεδονία, Αθήνα, 1997, σελ.139