Βυζαντινή Ακρόπολη – Πολύστυλον
POI Item Type Metadata
Latitude
Longitude
WebContent
Πολύ αργότερα, στα 1365 - 1370, η επισκοπή αποσπάτε από τους Φιλίππους, λόγω αποστάσης και προσαρτάται στην αρχιεπισκοπή Μαρωνείας Είναι γνωστό από τις πηγές, πως τελευταίος επίσκοπος Πολυστύλου είναι ο Πέτρος, που το 1363 υπογράφει έγγραφο για την κυριότητα του μονυδρίου των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που βρισκόταν στη Θάσο.
Η αρχαιολογική έρευνα στην περιοχή των αρχαίων Αβδήρων ξεκίνησε το 1950 από τον Δημήτριο Λαζαρίδη. Συστηματικά όμως, το Πολύστυλον ανασκάφηκε, μεταξύ 1982 και 1986, στο πλαίσιο του προγράμματος “Θράκη” της Αρχαιολογικής Εταιρείας, με υπεύθυνο τον Χαράλαμπο Μπακιρτζή, τότε Έφορο της 12ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και υπό την εποπτεία του καθηγητή Γεωργίου Μπακαλάκη. Η έρευνα συνεχίστηκε τα έτη 1990 - 1995 από την ίδια Εφορεία Αρχαιοτήτων, με την αρχαιολόγο Σταυρούλα Δαδάκη, η οποία επέβλεπε και τις εργασίες που πραγματοποιήθηκαν κατά τα έτη 1997 - 1999 στο πλαίσιο του Β΄ Κ.Π.Σ. Από όλες τις παραπάνω ανασκαφικές έρευνες αποκαλύφθηκαν:
1. ο εξωτερικός οχυρωματικός περίβολος
2. τμήμα του προτειχίσματος του οχυρωματικού περιβόλου
3. τα εντός της πόλεως εσωτερικά εγκάρσια τείχη
4. ο Επισκοπικός ναός της πόλης
5. ο μονόχωρος Κοιμητηριακός ναός
6. τρίκλιτη Βασιλική με νεκροταφείο, έξω από τα τείχη, μπροστά στη Δυτική Πύλη της αρχαίας πόλης και μέσα στον σημερινό αρχαιολογικό χώρο των Αβδήρων
7. ο υστερο-ρωμαϊκός Λουτρώνας
Στο βυζαντινό Πολύστυλον ανασκάφηκαν στον χώρο, με χρονολογική σειρά ανέγερσης, λουτρώνας, στο δυτικό τμήμα του τείχους εσωτερικά. Επισκοπικός Ναός, στο ανατολικό τμήμα του Πολυστύλου. Οκταγωνικό Bαπτιστήριο, εφαπτόμενο στον βόρειο τείχο του Επισκοπικού Ναού. Απλός Μονόχωρος Κοιμητηριακός Ναός. Ο χώρος των αρχαίων Αβδήρων. Μία από τις φωτογραφίες που τράβηξε στη Θράκη, το 1904, ο ιδρυτής της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, Γεώργιος Λαμπάκης. Η έκταση του χώρου που περιλαμβάνεται στη φωτογραφία μας παραπέμπει στην αρχαιότητα και μας θυμίζει την κακεντρεχή σύσταση του κυνικού φιλοσόφου Διογένη, προς τους Αβδηρίτες: να προσέξουν, δηλαδή, να μην ξεγλιστρήσει η πόλη από την υπερφίαλα, μεγάλη και ευρύχωρη πύλη που είχαν κατασκευάσει στα τείχη της πολιτείας τους. Ωστόσο, θα πρέπει να φανταστούμε, ότι η έκταση της αρχαίας πόλης ήταν πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που φαίνεται στη φωτογραφία του Λαμπάκη. Άποψη της ακτογραμμής, έως και το Δέλτα του Νέστου, από τον αρχαιολογικό χώρο, κατά την δεκαετία του 1960.
Entrance
Characterization
ThesaurusLink
ThesaurusContent
Πολύστυλον (βυζαντινή εποχή) Αρχαία και αρχαΐζουσα ονομασία ΄Αβδηρα, κατά τα νεώτερα χρόνια (ακρωτήρι) Μπαλούστρα, Μπουλούστρα, σημερινή παραλία Αβδήρων |
Γραπτές πηγές: BK5867, BK6189, BK6190, BK6191, BK6192, BK6193, BK6194, BK6195, BK6196, BK6197, BK6198, BK6199, BK6200 Γενική Bιβλιογραφία: BB0001, σελ. 408-410. BB0005, σελ. 96-98 (πηγές, βιβλιογραφία). BB0006, σελ. 148, 168, 178, 205. BB0020, σελ. 54 κέξ. BB0022, σελ. 27-34 (εικ.). BB0024, σελ. 72 (εικ.). BB0025, σελ.10, 12 κέξ., 16 (βιβλιογραφία). BB0027, τ. Ι, σελ. 265, τ. ΙΙ, σελ. 194. BB0028, σελ. 346 κέξ., πίν. 103-106. BB0204, σελ. 63-100. BB0031, σελ. 39-74 (εικ.). BB0032, σελ. 611-628. BB0103, σελ. 429-434 (εικ.). BB0125, σελ. 18-26. BB0183, σελ. 13-19. BB0136, σελ. 22 κέξ. BB0165, σελ. 158-162 (εικ.). BB0176, αρ. 4332. BB0030, σελ. 28-33, 46 κεξ. (εικ.). Aκριβής θέση: 24°40΄ 40°40΄ [BB0001]. Σχετική θέση: Βρισκόταν στη σημερινή παραλία των Αβδήρων, στη Β ακτή του Αιγαίου, 16χλμ Α των εκβολών του Νέστου, στο Δ άκρο του κόλπου του Πόρτο Λάγου (Ασπερόζα), 6χλμ ΝΝΑ των σημερινών Αβδήρων, 24χλμ ΝΝΑ της Ξάνθειας [BB0001]. Oικιστικές μονάδες: Τα Άβδηρα παρουσιάζουν ένα στρώμα καταστροφής στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου, στο α΄ μισό του 4ου αι., και εμφανίζονται ξανά στις πηγές ως Πολύστυλο τον 9ο αι. Ευρήματα όμως, όπως νομίσματα εποχής Ιουστινιανού Α΄, η κοιμητηριακή βασιλική και η ύπαρξη ναού με βαπτιστήριο αρχαιότερου του 9ου-10ου αι., δείχνουν ότι τα Άβδηρα, αν και δεν υπήρξαν μια λαμπρή παλαιοχριστιανική πόλη, όπως οι Φίλιπποι, δεν ήταν μια νεκρή πόλη από τον 6ο έως τον 9ο αι. [BB0165]. Το Πολύστυλον υπήρξε οχυρωμένη ναυτική πόλη, αρκετά σημαντική, κείμενη στο μέσον άλλων πληθυσμιακών συγκεντρώσεων που ήταν και αυτές ναυτικές αλλά όχι οχυρωμένες [BB0005]. Τα μεσαιωνικά λείψανα της οχύρωσης στο άκρο του οροπεδίου του λόφου καταλαμβάνουν μόνο ένα μικρό τμήμα της αρχαίας ακρόπολης, και συγκεκριμένα τη ΝΔ γωνία της. Στο χώρο υπήρχε παλαιοχριστιανικό [BB0028] και μεσοβυζαντινό νεκροταφείο, στην περιοχή του οποίου διακρίνονται τα θεμέλια μιας τρίκλιτης βασιλικής με εξωτερικά κυκλική αψίδα (χρονολόγηση στον 7ο-9ο αι.). Οι τάφοι του νεκροταφείου είναι κατασκευασμένοι με μεγάλους λίθους και αρχιτεκτονικά μέλη από κτήρια των Αβδήρων. Γύρω από τον μονόχωρο τρουλλαίο ναό, πιθανόν του 12ουαι., που βρίσκεται μέσα στο Πολύστυλον και δίπλα στην κεντρική πύλη, υπάρχει νεκροταφείο με περίβολο. Οι τάφοι του νεκροταφείου αυτού είναι τριών κατηγοριών : μεταφερμένοι πέτρινοι σαρκοφάγοι ρωμαϊκών χρόνων, κιβωτιόσχημοι κτιστοί με λίθους μικρών σχετικά διαστάσεων και λακκοειδείς, μέσα στους οποίους βρέθηκαν ίχνη ξύλινων φερέτρων, δηλ. σιδερένια καρφιά. Στο δάπεδο του ναού βρέθηκε σπασμένο πιάτο των αρχών του 15ου αι. και ένα νόμισμα πρώιμο οθωμανικό. Αυτό σημαίνει ότι η εγκατάλειψη του Πολύστυλου ίσως πρέπει να συσχετισθεί με την εξάπλωση των Οθωμανών στη Θράκη. Στην κορυφή του Πολύστυλου και στα δυτικά του επισκοπικού ναού υπήρχε αυλή με βοηθητικά δωμάτια γύρω-γύρω, η οποία στα υστεροβυζαντινά χρόνια χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο. Οι τάφοι του νεκροταφείου αυτού ήταν αποκλειστικά κτισμένοι με μικρές πέτρες ή ήσαν λακκοειδείς με ξύλινα φέρετρα. Η ανασκαφή τριών νεκροταφείων διαφορετικών περιόδων επέτρεψε να γίνουν ορισμένες χρήσιμες παρατηρήσεις για το ανθρώπινο δυναμικό της πόλης: Κατά τον 6ο-9ο αι. ο πληθυσμός ήταν ομοιογενής με σχετικά μικρή παιδική θνησιμότητα και εθρέφετο με καλοαλεσμένα σιτηρά. Στον 12ο-13ο αι. ο πληθυσμός έχει μειωθεί και η παιδική θνησιμότητα εμφανίζεται αυξημένη. Στον 13ο-14ο αι. ο πληθυσμός της πόλης εμφανίζει χαρακτηριστικά απομόνωσης. [BB0165] Θαλάσσιες: Το Πολύστυλον χρησίμευε για λιμάνι και για αγκυροβόλιο των πλοίων [BB0005]. Χερσαίες: Το Πολύστυλον επικοινωνούσε με το εσωτερικό της χώρας μέσω δύο οδών: η μία το συνέδεε με την Ξάνθεια και η άλλη έφθανε στο Περιθεώριον στην άκρη της λίμνη του Πόρου [BB0005]. Eθνική σύνθεση και δημογραφία: Τα μεσαιωνικά λείψανα της οχύρωσης στο άκρο του οροπεδίου του λόφου καταλαμβάνουν μόνο ένα μικρό τμήμα της αρχαίας ακρόπολης, και συγκεκριμένα τη ΝΔ γωνία της. Στο χώρο υπήρχε παλαιοχριστιανικό [BB0028] και μεσοβυζαντινό νεκροταφείο, στην περιοχή του οποίου διακρίνονται τα θεμέλια μιας τρίκλιτης βασιλικής με εξωτερικά κυκλική αψίδα (χρονολόγηση στον 7ο-9ο αι.). Οι τάφοι του νεκροταφείου είναι κατασκευασμένοι με μεγάλους λίθους και αρχιτεκτονικά μέλη από κτήρια των Αβδήρων. Γύρω από τον μονόχωρο τρουλλαίο ναό, πιθανόν του 12ουαι., που βρίσκεται μέσα στο Πολύστυλον και δίπλα στην κεντρική πύλη, υπάρχει νεκροταφείο με περίβολο. Οι τάφοι του νεκροταφείου αυτού είναι τριών κατηγοριών : μεταφερμένοι πέτρινοι σαρκοφάγοι ρωμαϊκών χρόνων, κιβωτιόσχημοι κτιστοί με λίθους μικρών σχετικά διαστάσεων και λακκοειδείς, μέσα στους οποίους βρέθηκαν ίχνη ξύλινων φερέτρων, δηλ. σιδερένια καρφιά. Στο δάπεδο του ναού βρέθηκε σπασμένο πιάτο των αρχών του 15ου αι. και ένα νόμισμα πρώιμο οθωμανικό. Αυτό σημαίνει ότι η εγκατάλειψη του Πολύστυλου ίσως πρέπει να συσχετισθεί με την εξάπλωση των Οθωμανών στη Θράκη. Στην κορυφή του Πολύστυλου και στα δυτικά του επισκοπικού ναού υπήρχε αυλή με βοηθητικά δωμάτια γύρω-γύρω, η οποία στα υστεροβυζαντινά χρόνια χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο. Οι τάφοι του νεκροταφείου αυτού ήταν αποκλειστικά κτισμένοι με μικρές πέτρες ή ήσαν λακκοειδείς με ξύλινα φέρετρα. Η ανασκαφή τριών νεκροταφείων διαφορετικών περιόδων επέτρεψε να γίνουν ορισμένες χρήσιμες παρατηρήσεις για το ανθρώπινο δυναμικό της πόλης:. Κατά τον 6ο-9ο αι. ο πληθυσμός ήταν ομοιογενής με σχετικά μικρή παιδική θνησιμότητα και εθρέφετο με καλοαλεσμένα σιτηρά. Στον 12ο-13ο αι. ο πληθυσμός έχει μειωθεί και η παιδική θνησιμότητα εμφανίζεται αυξημένη. Στον 13ο-14ο αι. ο πληθυσμός της πόλης εμφανίζει χαρακτηριστικά απομόνωσης. [BB0165] ΠOΛITIKH IΣTOPIA - XPONOΛOΓIO: Για τα ΄Αβδηρα, που έφτασαν στη μεγαλύτερη ακμή τους τον 5ο και 4ο αι. π.Χ. [BB0136, BB0022], δεν υπάρχει για την ύστερη αρχαιότητα και για την πρωτοβυζαντινή περίοδο καμία σύγχρονη γραπτή πηγή [BK6189, BK6190], εν τούτοις όμως παρατηρείται συνέχιση κατοίκησης του οικισμού, σε περιορισμένη όμως έκταση. Η παλαιότερη μαρτυρία για το Πολύστυλον, τη νέα ονομασία του οικισμού, σχετίζεται με τη συμμετοχή ενός επισκόπου (Δημήτριος) στη Σύνοδο του 879 [BK6191]. Από τον 10ο έως τον 12ο αι. το Πολύστυλο αναγράφεται ως επισκοπή υπαγόμενη στη μητρόπολη των Φιλίππων (εκκλησιαστική επαρχία Μακεδονίας) [BK6192]. Μέχρι τα ΄Αβδηρα έφθανε η περιοχή που ο Ιβάνκο απέσπασε με τη βία από τη βυζαντινή αυτοκρατορία στα 1198 [BK6193]. Το 1212 παραχωρήθηκε από τον Ιννοκέντιο Γ΄ η επισκοπή Polistrios στο λατίνο αρχιεπίσκοπο των Φιλίππων [BK6200, BB0027]. Το Πολύστυλον ανοικοδομήθηκε πριν το 1342 από τον Ιωάννη Καντακουζηνό ως μικρή παράκτια πόλη [BK5867] και παρέμεινε ως επί το πλείστον συμμαχός του κατά το βυζαντινό εμφύλιο πόλεμο. Το 1342 λαμβάνονται κάποια αμυντικά μέτρα από τον Ιωάννη Καντακουζηνό. Επίσης το ίδιο έτος αποβιβάστηκε στο Πολύστυλον ο Μέγας Δούκας Απόκαυκος, ο οποίος τοποθέτησε τον Γουδέλη [BB0176], γνωστό πρώην οινοχόο της αυτοκράτειρας ΄Αννας, ως άρχοντα και οδήγησε τους οπαδούς του Καντακουζηνού στην Κων/λη [BK6194]. Το 1343 βρέθηκαν στο λιμάνι της πόλης 15 πλοία του Ουμούρ πασά επανδρωμένα με 250 άνδρες, τα οποία είχαν έρθει για να βοηθήσουν τον Καντακουζηνό. Τρία από αυτά τα πλοία κάηκαν από τον Μομιτζίλο κατά τη διάρκεια επίθεσης στην πόλη [BK6194]. Το καλοκαίρι του 1357 ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος αποβιβάστηκε στα περίχωρα των Αβδήρων, για να παραλάβει από τους Σέρβους τον αιχμάλωτο Ματτθαίο Καντακουζηνό [BK6195]. Τον Ιούλιο του 1363 επιβεβαιώνεται στη Σύνοδο της Κων/λης η αναγόρευση του επισκόπου Πέτρου του Πολύστυλου σε μητροπολίτη Χριστουπόλεως (Καβάλα) [BK6196, BK6197]. Το 1365 η εκκλησιαστική διοίκηση του Πολύστυλου παραχωρήθηκε στον αρχιεπίσκοπο Μαρώνειας. Από τότε το Πολύστυλο υπάγεται στην επικράτεια του Σέρβου Ιωάννη Ούγκλεση [BK6196, BK6197]. Στον αρχιεπίσκοπο Μαρώνειας παρέμεινε η δικαιοδοσία του Πολύστυλου ακόμα και το 1371, όταν στο μητροπολίτη Δράμας παραχωρήθηκε η μητρόπολη των Φιλίππων [BK6196, BK6197]. Στα 1602 αναφέρεται ως Pollistilo [BK6198]. Το ονομαζόμενο κατά το τέλος του 15ου αι. peleo castro [BK6199] δεν είναι πιθανόν κανένα άλλο από το Πολύστυλον [BB0001]. Xριστιανισμός: Η παλαιότερη μαρτυρία για το Πολύστυλον, τη νέα ονομασία του οικισμού, σχετίζεται με τη συμμετοχή ενός επισκόπου (Δημήτριος) στη Σύνοδο του 879 [BK6191]. Από τον 10ο έως τον 12ο αι. το Πολύστυλο αναγράφεται ως επισκοπή υπαγόμενη στη μητρόπολη των Φιλίππων (εκκλησιαστική επαρχία Μακεδονίας) [BK6192]. Το 1212 παραχωρήθηκε από τον Ιννοκέντιο Γ΄ η επισκοπή Polistrios στο λατίνο αρχιεπίσκοπο των Φιλίππων [BK6200, BB0027]. Τον Ιούλιο του 1363 επιβεβαιώνεται στη Σύνοδο της Κων/λης η αναγόρευση του επισκόπου Πέτρου του Πολύστυλου σε μητροπολίτη Χριστουπόλεως (Καβάλα) [BK6196, BK6197]. Το 1365 η εκκλησιαστική διοίκηση του Πολύστυλου παραχωρήθηκε στον αρχιεπίσκοπο Μαρώνειας. Από τότε το Πολύστυλο υπάγεται στην επικράτεια του Σέρβου Ιωάννη Ούγκλεση [BK6196, BK6197]. Στον αρχιεπίσκοπο Μαρώνειας παρέμεινε η δικαιοδοσία του Πολύστυλου ακόμα και το 1371, όταν στο μητροπολίτη Δράμας παραχωρήθηκε η μητρόπολη των Φιλίππων [BK6196, BK6197]. Nαοί και ιερά: Στην περιοχή του παλαιοχριστιανικού και μεσοβυζαντινού νεκροταφείου, έξω από τη δυτική πύλη του αρχαίου τείχους, βρίσκονται τα θεμέλια τρίκλιτης κοιμητηριακής βασιλικής (14, 5 (9, 9μ) με εξωτερικά κυκλική αψίδα (χρονολόγηση πιθανόν στον 7ο-9ο αι.). Αυτή η κατασκευή (αποτελούμενη εν μέρει από επαναχρησιμοποιημένα αρχιτεκτονικά μέλη) περιορίστηκε ύστερα στο κεντρικό κλίτος (2η φάση). Μετά την καταστροφή της ανηγέρθη ένας μικρότερος μονόχωρος ναός με πιο αβαθή αψίδα και τελικά προέκυψε ένας μονόχωρος ναός με τρεις μικρές αψίδες στη ΒΑ γωνία του τρίκλιτου οικοδομήματος [BB0125, BB0183]. Στην κορυφή, στο ΝΑ τμήμα του μεσαιωνικού Πολύστυλου, υπάρχει τρίκλιτη βασιλική (9ου-10ου αι., διαστάσεων 32 (19μ.) με τρίπλευρη αψίδα, νεότερες επισκευές στον 11ο και 13ο αι. και με ένα οκτάπλευρο βαπτιστήριο προσκολλημένο στη ΒΑ γωνία εξωτερικά, που ανήκει σε αρχαιότερη εκκλησία. Η τοιχοποιία αποτελείται ως επί το πλείστον από μικρούς, επιμελώς ειργασμένους, τετραγωνισμένους λίθους διαφόρων μεγεθών και κονίαμα, ενώ στην αψίδα υπάρχει διακοσμητική ταινία από σειρές πλίνθων. Στο δυτικό τοίχο της εκκλησίας διακρίνεται καθαρά η τοιχοποιία της λεγόμενης "κρυπτής πλίνθου", που είναι ένας καλός ποιοτικά τρόπος κατασκευής οικοδομημάτων σχετιζομένων με την πρωτεύουσα και τις περιοχές επιρροής της [BB0024]. Ο κυρίως ναός διαιρείται σε τρία κλίτη με τοίχους που φέρουν στα άκρα, ανατολικά και δυτικά, στενά ανοίγματα και στο μέσον μεγάλα τόξα, ώστε, όπως και στο Πρωτάτο στις Καρυές του Αγίου Ορους (μετασκευή του 965), η εκκλησία να έχει εσωτερικά το σχήμα του σταυρού. Κάτω από το δάπεδο του ναού βρέθηκαν τάφοι σύγχρονοι ή και μεταγενέστεροι του κτίσματος, κατασκευασμένοι με αρχιτεκτονικά μέλη από αρχαιότερα κτήρια ή παλαιότερες φάσεις του ναού. ΄Ενας τάφος ως πλευρικό τοίχωμά του διαθέτει ένα τμήμα πέτρινης σαρκοφάγου των ρωμαϊκών χρόνων, η οποία είχε χρησιμοποιηθεί εκ νέου στον 6ο-7ο αι. για ταφή χριστιανού, όπως προκύπτει από τη χαραγμένη επιγραφή ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΔΟΥΛΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ. Σε έναν άλλο τάφο χρησιμοποιήθηκαν για κάλυμμα του κομμάτια θωρακίου από κλίμακα άμβωνα ή επισκοπικό θρόνο του 9ου-10ου αι. Στη βόρεια εξωτερική πλευρά του ναού βρέθηκε, μεταφερμένη από την εσωτερική πλευρά, πέτρινη σαρκοφάγος, που ήταν προσκύνημα λατρείας κάποιου τοπικού αγίου. Τούτο προκύπτει από την εξέχουσα θέση και την κατασκευή κτιστού προσκυνηταρίου πάνω στο κάλυμμα του τάφου, όπου υπήρχε η εικόνα του αγίου αυτού. Στην ίδια πλευρά της εκκλησίας βρέθηκε δεύτερος τάφος κτιστός με αρκοσόλιο, στο βάθος του οποίου ήταν χαραγμένος και ζωγραφισμένος ένσταυρος ρόδακας, που μιμείται κεραμοπλαστικό κόσμημα και χρονολογείται στον 11ο αι. Δυτικά του ναού υπήρχε αυλή με βοηθητικά δωμάτια γύρω-γύρω, η οποία στα υστεροβυζαντινά χρόνια χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο. Οι τάφοι του νεκροταφείου αυτού ήταν αποκλειστικά χτισμένοι με μικρές πέτρες ή ήταν λακκοειδείς με ξύλινα φέρετρα. Στο ΒΔ τμήμα του περιβαλλόμενου από το μεσαιωνικό τείχος επίπεδο του λόφου, εντοπίστηκαν τα λείψανα μονόκλιτου ναού (7, 3 (5, 4μ.) με τρίπλευρη αψίδα και τμήματα τεσσάρων κιόνων πάνω στους οποίους στηριζόταν πιθανόν ο τρούλλος του ναού. Το πάχος του τοίχου φθάνει τα 70 εκ. Η τοιχοδομία αποτελείται από αποτμήματα τετραγωνικών λίθων, λευκό κονίαμα και διάσπαρτους πλίνθους [BB0025, BB0125, BB0183]. Χρονολογείται πιθανόν στον 12ο αι. [BB0024]. Γύρω από τον τρουλλαίο αυτό ναό, υπάρχει νεκροταφείο με περίβολο. [BB0001, BB 0165, BB0030]. Δημόσια οικοδομήματα και έργα: Κοντά στο γωνιακό βυζαντινό πύργο "του λιμανιού", απ'όπου προέρχονται αγγεία καθημερινής χρήσης του 12ου-13ου αι., βρίσκονται τα ερείπια μικρού βαλανείου (λουτρό) [BB0030]. Oχυρώσεις: Η ακρόπολη των αρχαίων Αβδήρων (μήκος τείχους πόλης μόλις 5χλμ, εμβαδόν περιοχής 1, 1-1, 12χλμ2, 1305μ μήκος και 895μ πλάτος) βρίσκεται σε ένα λόφο στο ακρωτήρο Μπαλούστρα της χερσονήσου που εισχωρεί προς νότον στη θάλασσα [BB0024]. Τα μεσαιωνικά λείψανα της οχύρωσης στο άκρο του οροπεδίου του λόφου καταλαμβάνουν μόνο ένα μικρό τμήμα της αρχαίας ακρόπολης, δηλαδή τη ΝΔ γωνία. Η κύρια είσοδος στην αρχαία ακρόπολη και στη μεσαιωνική πόλη ήταν από βόρεια. Το αρχαίο τείχος κατέρρευσε κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Η μεσαιωνική οχύρωση (με πάχος στη Β. πλευρά 1, 35-1, 75μ.) οικοδομήθηκε, τουλάχιστον εν μέρει, πάνω από την ακρόπολη του αρχαίου τείχους (σύμφωνα με τις νομισματικές ενδείξεις το αργότερο κατά τον 11ο αι.) [BB0125, BB0183]. Kεραμεική: Αγγεία καθημερινής χρήσης του 12ου-13ου αι. από το χώρο των ερειπίων μικρού βαλανείου (λουτρού), κοντά στο γωνιακό πύργο του "λιμανιού" [BB0030]. Mεταλλοτεχνία-Mικροτεχνία: Στο εκτενές χριστιανικό νεκροταφείο των Αβδήρων, έξω από τα τείχη του βυζαντινού Πολύστυλου, βρέθηκε χάλκινο περιδέραιο από 11 μεγάλα στο σχήμα καρπού καρυδιάς κομβία και 2, χάλκινα επίσης, ενώτια με μεγάλο συρμάτινο κρίνο και επίμηκες κρεμαστάρι (παντατίφ). Κοσμήματα παρόμοιου τύπου έχουν μακρά παράδοση, που φθάνει έως τους ρωμαϊκούς και ελληνιστικούς χρόνους και δείχνουν το πολιτιστικό υπόβαθρο του πληθυσμού της περιοχής στα πρώιμα μεσοβυζαντινά χρόνια [BB0165]. |
Συγγραφέας: Μ. Κορτζή - Β. Σιαμέτης |
JTILink
JTIContent
Files
Collection
Citation
Item Relations
This Item | dcterms:isPartOf | Item: Άβδηρα |
Item: Βυζαντινή Ακρόπολη – Πολύστυλον | dcterms:isPartOf | This Item |
Item: Βυζαντινή Ακρόπολη – Πολύστυλον | dcterms:isPartOf | This Item |
Item: Βυζαντινό Πολύστυλο | dcterms:isPartOf | This Item |
Item: Βυζαντινό Πολύστυλο | dcterms:isPartOf | This Item |
Item: Βυζαντινό Πολύστυλο | dcterms:isPartOf | This Item |
Item: Βυζαντινό Πολύστυλο | dcterms:isPartOf | This Item |
Item: Βυζαντινό Πολύστυλο | dcterms:isPartOf | This Item |
Item: Βυζαντινό Πολύστυλο | dcterms:isPartOf | This Item |
Item: Βυζαντινό Πολύστυλο | dcterms:isPartOf | This Item |