iGuide Repo

Λεύκιππος

Dublin Core

Title

Λεύκιππος

Language

el

Identifier

ABD.04.03.07

Is Part Of

Point Item Type Metadata

Latitude

40.933563

Longitude

24.972281

MobileContent

Λεύκιππος (περίπου 480 - 400 περίπου π.Χ.). Γεννήθηκε πιθανότατα στη Μίλητο της Μικράς Ασίας και, λόγω καταστροφής της γενέτειράς του από τους Πέρσες, κατέφυγε τελικά στα Άβδηρα. Υπήρξε φιλόσοφος, ήταν μαθητής του Ζήνωνα του Ελεάτη και ίδρυσε Σχολή στα Άβδηρα. Αναγνωρίζεται ως ο θεμελιωτής της ατομικής θεωρίας, που μετέπειτα ανέπτυξε ο μαθητής του Δημόκριτος. Το έργο του «Ο Μέγας Διάκοσμος» που περιγράφει την φυσική του θεωρία και η γνωσιολογική πραγματεία «Περί Νου» είναι τα γνωστότερα πονήματά του.

SpeechContent

Λεύκιππος,, (περίπου 480,, έως,, 400 περίπου, προ Χριστού). Γεννήθηκε,, πιθανότατα στη Μίλητο της Μικράς Ασίας,, και, λόγω καταστροφής της γενέτειράς του,, από τους Πέρσες, κατέφυγε τελικά,, στα Άβδηρα. Υπήρξε φιλόσοφος, ήταν μαθητής του Ζήνωνα του Ελεάτη,, και ίδρυσε Σχολή στα Άβδηρα. Αναγνωρίζεται,, ως ο θεμελιωτής της ατομικής θεωρίας, που μετέπειτα ανέπτυξε ο μαθητής του,, Δημόκριτος. Το έργο του,, «Ο Μέγας Διάκοσμος»,, που περιγράφει την φυσική του θεωρία,, και η γνωσιολογική πραγματεία,, «Περί Νου»,, είναι τα γνωστότερα πονήματά του.

Entrance

TextDuration

0:38

Characterization

H

ThesaurusContent

Το γεγονός ότι η ζωή και η καταγωγή του Λεύκιππου περιβάλλονται από πολλά αναπάντητα ερωτήματα και συγκεχυμένες πληροφορίες είχε οδηγήσει στην αμφισβήτηση της ύπαρξής του ως προσωπικότητα, ήδη από την αρχαιότητα. Πάντως, ο Λεύκιππος είναι αρχαιότερος του Δημοκρίτου, ο οποίος υπήρξε μαθητής του και νεότερος του Παρμενίδη, τον οποίο ακολουθεί σε πολλά νοήματα της φιλοσοφίας του. Δεν είναι γνωστό πότε γεννήθηκε, αλλά φαίνεται πως έζησε περίπου στα 480-400 π/Χ. και είναι σύγχρονος του Εμπεδοκλή και του Αναξαγόρα. Είναι πιθανόν ότι γεννήθηκε στη Μίλητο και ότι μετά την άλωση και την καταστροφή της από τους Πέρσες πήγε στην Ελέα της Μεγάλης Ελλάδας, όπου και άκουσε τον Παρμενίδη. Από την Ελέα ο Λεύκιππος πήγε στη Θράκη, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα, ανέπτυξε τη θεωρία του και διατέλεσε αρχηγός της σχολής από την οποία προήλθαν ο Πρωταγόρας και ο Δημόκριτος.
Ο Λεύκιππος είναι ιδρυτής της ατομικής θεωρίας. Παρά το γεγονός ότι τα ίχνη του ατομισμού διαπιστώνονται σε όλη την πορεία της σκέψης ύστερα από τον Παρμενίδη, ο Λεύκιππος έθεσε τις βάσεις και συνέλαβε τους άξονες της ατομικής θεωρίας, που επεξεργάστηκε και ανέπτυξε στη συνέχεια ο μαθητής του Δημόκριτος.

Οι ατομικοί φιλόσοφοι, όπως και οι Ίωνες, αναζητούσαν μια απάντηση στο ερώτημα: πως είναι δυνατή η μεταβολή εν γένει των πραγμάτων, ένα ερώτημα που απασχόλησε τη φιλοσοφική σκέψη ακόμα περισσότερο, μετά τη διατύπωση της ελεατικής θεωρίας. Σύμφωνα με τους Ελεάτες, το ον είναι ένα, ακίνητο και αμετάβλητο, γεγονός που συνεπάγεται ότι ούτε η κίνηση, αλλά ούτε και η μεταβολή είναι δυνατή. Στην παρμενίδεια οντολογία η άρνηση της πολλαπλότητας του «είναι» βασίζεται στην προϋπόθεση ότι έξω από το ον δεν υπάρχει τίποτα και ότι συνεπώς το μη ον, δηλαδή το κενό, δεν υπάρχει, εφόσον η πραγματικότητα είναι γεμάτη από το ον. Η πολλαπλότητα των πραγμάτων που μας περιβάλλουν φαίνεται ως ον, αλλά δεν είναι παρά ένα φαινόμενο.

Η ατομική θεωρία στοχεύει στο να φέρει σε συμφωνία την ελεατική θέση του ενός και αμετάβλητου όντος με βασικά χαρακτηριστικά της εμπειρικής πραγματικότητας, όπως αυτή μας δίνεται στην αισθητηριακή και μάλιστα με το αναντίρρητο γεγονός της αλλαγής των πραγμάτων.

Ο Λεύκιππος συμφωνεί με τους Ελεάτες ότι χωρίς το κενό δεν υφίσταται και δεν είναι νοητή η κίνηση. Δέχεται όμως ότι υπάρχει το μη ον, δηλαδή το κενό, γεγονός που συνεπάγεται ότι το ον δεν είναι μόνο ένα, συμπαγές και ενιαίο, όπως υποστηρίζουν οι Ελεάτες, αλλά συνίσταται από μικρά, άπειρα σωματίδια, τα οποία κινούνται διαρκώς μέσα στο κενό. Η έννοια του μη όντος ή κενού αποτελεί για τον Λεύκιππο την πρωταρχική προϋπόθεση για την ερμηνεία του φυσικού κόσμου, του οποίου η ύπαρξη οφείλεται στην κίνηση. Ο διαχωρισμός του κενού από το ον και η παραδοχή ότι το κενό υπάρχει ως χώρος δίχως ύλη, μέγεθος ή βάρος, σε αντίθεση με τους Ελεάτες που θεωρούσαν ότι αυτό που δεν υφίσταται δεν μπορεί να υπάρχει, καθιστά πλέον δυνατή και την κίνηση των σωματιδίων. Ο Λεύκιππος θεωρεί πως η σύνθεση, η διαφορετική τάξη ή θέση και η ανακατανομή των πολύπλοκα συνδεδεμένων ατόμων, τα οποία είναι διαφορετικά ως προς το μέγεθος και το σχήμα, δημιουργούν τη γένεση, τη φθορά και την οποιαδήποτε αλλαγή των αντικειμένων. Η διαφορετικότητα, λοιπόν και η πολυπλοκότητα του φαινομενικού και ορατού κόσμου οφείλεται στις αλλεπάλληλες συγκρούσεις των ατόμων, οι οποίες δημιουργούν, καινούργιους συνδυασμούς και νέες μορφές σωμάτων. Στο σημείο αυτό ο Λεύκιππος εισάγει για πρώτη φορά στο φιλοσοφικό στοχασμό τον νόμο της αιτιότητας, υποστηρίζοντας ότι τίποτα δε γίνεται τυχαία, αλλά όλα υποκινούνται από κάποια αναγκαιότητα. Ο Λεύκιππος υψώνει την αναγκαιότητα στην θέση της υπέρτατης θεότητας και εκτοπίζει εντελώς το τυχαίο από τη θεωρία του, διότι, όπως υποστηρίζει, είναι αδύνατον να προσδιοριστεί αιτιακά και ίσως δεν πρόκειται καν περί αιτίου.

Ο άνθρωπος, κατά τον Λεύκιππο, είναι και αυτός ένα σύνολο ατόμων και υπόκειται στην γένεση και την φθορά, ενώ ο τρόπος επικοινωνίας του με τους άλλους ανθρώπους πραγματοποιείται μέσω των αισθήσεων. Στη θεωρία του Λεύκιππου, όπου τα πάντα είναι ή συναποτελούν σώμα, οι αισθήσεις περιορίζον¬ται, τελικά, σε μια επαφή εξ αποστάσεως και κάθε είδος αίσθησης, όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης, ο οποίος δεν ενστερνίζεται αυτή τη θεωρία, καταλήγει να είναι ένα είδος αφής. Η αναγωγή αυτή των αισθήσεων στην αφή στηριζόταν στη θεωρία των ειδώλων του Εμπεδοκλή, σύμφωνα με την οποία τα είδωλα είναι ρευστές εικόνες που πη¬γάζουν από τα αντικείμενα, διατηρούν το σχήμα τους και μόνες αυτές, έρχονται σε επαφή με τα αισθητήρια όργανα μας. Κατά τον Λέυκιππο, η όραση συνίσταται στην πρόσ¬ληψη της εικόνας των ορατών αντικειμένων, όπου εικόνα είναι το ανα¬κλώμενο μέσα στην κόρη σχήμα (...). Με αυτόν τον τρόπο ορισμένα εί¬δωλα, που αποσπώνται διαρκώς από τα ορατά αντικείμενα, διατη¬ρώντας, ωστόσο, το σχήμα τους, διεισδύουν μέσα στους οφθαλμούς και παράγουν την όραση. Κατά συνέπεια, τα σώματα εκπέμπουν αναθυμιάσεις (απόρροια) και το αποτέλεσμα που προκαλούν στις αισθήσεις μας παρομοιάζεται με αποτύπωμα πάνω σε κερί (εντύπωσις). Η αίσθηση και η νόηση, λοιπόν, σύμφωνα με τον Λεύκιππο, «γεννιούνται όταν προσπέσουν από έξω, πάνω μας, είδωλα. Γιατί καμιά απ' τις δυο τους δεν μπορούμε να δοκιμά¬σουμε χωρίς την εικόνα που προσπίπτει πάνω μας». Με παρόμοιο τρόπο λειτουργούν και οι άλλες αισθήσεις. Την θεωρία αυτή περί αισθήσεων υιοθέτησε και ο Δημόκριτος.

Σύμφωνα με κάποια χωρία του Αριστοτέλη προέκυπτε με βεβαιότητα ότι ο Λεύκιππος είχε καταγράψει τη θεωρία του σε συγγράμματα. Ως έργα του αναφέρονται ο «Mέγας διάκοσμος», όπου εξέθετε την φυσική του θεωρία και η γνωσιολογική πραγματεία «Περί νού».

Βιβλιογραφία:

Αυγελής Ν. (2000). Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, σελ. 81-86.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, (1971). Τόμος Β, Αρχαϊκός Ελληνισμός, Εκδοτική Αθηνών, σελ. 138, 436-437.

Files

Collection

Citation

“Λεύκιππος,” iGuide Repo, accessed December 23, 2024, http://ubuntu01.ceti.gr/omeka/items/show/406.

Item Relations

This Item dcterms:isPartOf Item: Αρχαιολογικός χώρος Αβδήρων